Σελίδες

28.6.13

Τουρκία : για μια "Δημοκρατία" εκτός εισαγωγικών;

"Γιατί όταν μιλάς για τον Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ τον αποκαλείς απλώς – Μουσταφά Κεμάλ-  ; Γιατί δεν τον λες με το πλήρες του όνομα, δηλαδή :  Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ;"

Τότε, πριν περίπου πέντε χρόνια, είχα ξαφνιαστεί από αυτήν την ερώτηση που μου απηύθυνε ελαφρώς ενοχλημένη μία πολύ καλή φίλη, αριστερή και συνομήλική μου Τουρκάλα εκπαιδευτικός.
Το φιλικό κλίμα της κουβέντας αποκαταστάθηκε γρήγορα όταν της εξήγησα ότι στην Ελλάδα ο πιο γνωστός "Μουσταφά Κεμάλ" ήταν μόνο ο Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, οπότε περαιτέρω επεξήγηση θα ήταν περιττή.  Πολλώ μάλλον ότι η παράλειψη του τίτλου "Ατατούρκ" δεν είχε σκοπό να μειωθεί η ιστορική του αξία ως "Πατέρας του Τουρκικού Έθνους" .

Χρειάστηκαν να περάσουν χρόνια, να αρχίσουν οι παλλαϊκές διαδηλώσεις κατά του σχεδίου ανάπλασης του Πάρκου Γκεζί και βέβαια η τελευταία σιωπηρή διαδήλωση διαμαρτυρίας του "Ακίνητου Άνδρα" για να καταλάβω πόσο απαραίτητη ήταν για την συνομιλήτριά μου εκείνη η -αυτονόητη για μένα- εξήγηση.



Τον λένε  Erdem Gunduz , είναι  χορογράφος και η σιωπηρή του διαμαρτυρία στην Κωνσταντινούπολη έκανε τον γύρο του κόσμου.
Τα μάτια του στυλωμένα στην προτομή του Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ,  που δεσπόζει στην πρόσοψη του ομώνυμου Πνευματικού Κέντρου, σε απόσταση αναπνοής από το Πάρκο Γκεζί.  Ένα κτήριο τετράγωνο, επιβλητικό, σχεδιασμένο κατά τα πρότυπα των κρατικών κτηρίων της δεκαετίας του '70. Ένα κτήριο-σύμβολο του Κεμαλισμού, το οποίο, σύμφωνα με τις εξαγγελίες της κυβέρνησης Ερντογάν, πρόκειται να κατεδαφισθεί και στη θέση του να ανεγερθεί ένα σύγχρονο εμπορικό κέντρο.

Η σιωπηρή αυτή πολιτική διαμαρτυρία δημιούργησε ακόμα έναν ισχυρό πονοκέφαλο στις κατασταλτικές δυνάμεις που είχαν επιφορτισθεί να τερματίσουν με κάθε τρόπο τις διαμαρτυρίες μιας εξαιρετικά πολυσυλλεκτικής και ανομοιογενούς  μερίδας της Τουρκικής κοινής γνώμης. Παράλληλα όμως, αυτή η ακίνητη προσήλωση προς την προτομή του Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ καταδεικνύει ξεκάθαρα το αντίπαλο δέος προς την ηγεσία του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και εκφράζεται με αυτό που έχει επικρατήσει να ονομάζεται "Κεμαλισμός". Μία έννοια που περιέργως, στην Τουρκία του καλοκαιριού του 2013 προβάλλεται συνονόματη ή έστω πολύ συγγενής της έννοιας της "Δημοκρατίας", με ό,τι αυτό συνεπάγεται μία τέτοια εντύπωση. 


Ο "Ακίνητος Άνδρας", ηλικίας 30-40 ετών, μεγάλωσε με πανταχού παρούσα την προτομή του Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ, τις ρήσεις του στα δημόσια κτήρια, στα  σχολικά βιβλία, στις πλατείες, στους δρόμους, στις εφημερίδες, στα παραμεθόρια φυλάκια. Τουλάχιστον μία φορά στα παιδικά του χρόνια θα επισκέφθηκε με το σχολείο του το μαυσωλείο Ανίτ Καμπίρ στην Άγκυρα. Εκεί θα είδε με δέος τα προσωπικά του ρούχα, τις σημειώσεις του, τα βιβλία που διάβαζε, το μισοάδειο ποτήρι ουΐσκυ πάνω στο γραφείο του, μέχρι και το κέρινο ομοίωμα του αγαπημένου του σκύλου. Μπορεί η ασυνήθιστη για τα ευρωπαϊκά δεδομένα, μονολιθική και σχεδόν μυθική προσωπολατρεία να παραξενεύει τον μέσο δυτικό που δεν χρειάζεται περαιτέρω επεξηγήσεις για το τι σημαίνει "κοινοβουλευτισμός" , "εκλογές", και "εκλεγμένη ηγεσία". Παρ' όλ' αυτά όμως, αυτή η ιδιότυπη πολιτική θεοποίηση, συνυφασμένη με την σύγχρονη Τουρκική εθνική συνείδηση,  δεν εμπόδισε τον "Ακίνητο Άνδρα" να πιστεύει πως η "Δημοκρατία" του Κεμαλισμού, ήταν η πολιτικώς ορθή Τουρκική Δημοκρατία, που σήμερα απειλείται. Αυτό τουλάχιστον δείχνει ο τόπος και ο τρόπος της αμίλητης διαμαρτυρίας του.


5.6.13

η Τουρκία σε στάση αναμονής

Ενώ οι αντικυβερνητικές διαδηλώσεις συνεχίζονται στις κυριότερες πόλεις της Τουρκίας, μέρα με τη μέρα δημιουργούνται εύλογοι προβληματισμοί με ποιόν τρόπο θα βρεθούν οι πολιτικές εκείνες λύσεις που θα επιτρέψουν έναν γόνιμο πολιτικό διάλογο ανάμεσα στις αντικρουόμενες τάσεις της τουρκικής κοινωνίας.

Οι πρόσφατες εμπρηστικές δηλώσεις του Πρωθυπουργού Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, σύμφωνα με τις οποίες η κυβέρνηση δηλώνει έτοιμη να "κατεβάσει στους δρόμους ένα εκατομμύριο κόσμο, όταν η αντιπολίτευση έχει κατεβάσει εκατό χιλιάδες", δεν προλέγουν τίποτε το αισιόδοξο σε ό,τι αφορά την μακρόχρονη διαμάχη ανάμεσα στις δύο βασικές αντικρουόμενες τάσεις της τουρκικής πολιτικής σκηνής : Αφ' ενός το πολιτικό Ισλάμ, όπως αυτό εκφράζεται από το κυβερνών κόμμα ΑΚΡ, και αφ' ετέρου η κεμαλική/κοσμική αντιπολίτευση, με την οποία συντάσσονται όχι μόνο οι ψηφοφόροι του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης CHP, αλλά και ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού που στις προηγούμενες εκλογές επέλεξε την οικονομική πεπατημένη του "τουρκικού οικονομικού θαύματος" υπό την ηγεσία των Ισλαμιστών, θεωρώντας πως οι θρησκευτικές κορώνες δεν ήταν τίποτε άλλο παρά ακόμα ένα πολιτικό trend.



Είναι πράγματι πολύ δύσκολο να προβλέψει κανείς με βεβαιότητα το τουρκικό πολιτικό γίγνεσθαι στην παρούσα περίοδο. Ύστερα από τις 'ισλαμικού τύπου' νομοθετικές εξαγγελίες της κυβέρνησης του ΑΚΡ σχετικά με την απαγόρευση δημόσιας πώλησης και κατανάλωσης αλκοόλ μετά τη δύση του ηλίου, την επιβολή κανόνων δημόσιας συμπεριφοράς που ανάγονται στις σχέσεις των δύο φύλων αλλά και από τα εντυπωσιακά μέτρα καταστολής των εκδηλώσεων διαμαρτυρίας που εκτός από τις εξαιρετικά βίαιες πρακτικές των ειδικών δυνάμεων της τουρκικής αστυνομίας, φιμώθηκαν απροκάλυπτα όλα τα ΜΜΕ τη στιγμή που όλη η χώρα βρισκόταν κυριολεκτικά "στο πόδι" – το πρώτο ασφαλέστερο συμπέρασμα που μπορεί να εξαχθεί μέχρι αυτή τη στιγμή είναι το εξής : 

Η Τουρκία αποδεικνύει μέρα με τη μέρα ότι σε καμία περίπτωση δεν μπορεί πλέον να θεωρείται ως το "πρότυπο μίας ισλαμικού τύπου κοινοβουλευτικής δημοκρατίας", όπως επίμονα υποστήριζαν έως και πρόσφατα δυτικοί πολιτικοί αναλυτές, υποδεικνύοντας την Τουρκία του ΑΚΡ ως  το μοντέλο εκείνο που θα έπρεπε να ακολουθηθεί στις αραβικές χώρες που ακόμα δεν έχουν διαπιστώσει το περιεχόμενο του πολυδιαφημισμένου όρου "Αραβική Άνοιξη". Η νεοϊσλαμική ηθική, όπως τουλάχιστον αυτή εκφράζεται από τη σημερινή τουρκική ηγεσία, δείχνει να μην "ανέχεται"  τις αρχές της ελευθερίας του λόγου, της έκφρασης, των δικαιωμάτων ιδιωτικής σφαίρας και αυτοκαθορισμού του πολίτη – χαρακτηριστικά απαραίτητα για τη λειτουργία ενός υγιούς κοινοβουλευτισμού, νεοϊσλαμικού ή μη.

Το δεύτερο ασφαλές συμπέρασμα που μπορεί να εξαχθεί είναι ότι η οικονομική ανάπτυξη δεν έχει πάντοτε ως αποτέλεσμα την κοινωνική ειρήνη. Είναι σαφές ότι η Τουρκία του 2013 δεν έχει καμία σχέση με εκείνη της δεκαετίας του '80 ή του '90. Το ισλαμιστικό ΑΚΡ παρέλαβε μία χώρα κατεστραμμένη, υπερχρεωμένη, με φθαρμένο πολιτικό και τραπεζικό σύστημα, ένα διαλυμένο κοινωνικό κράτος.  Χάρη στη σωστή διαχείριση των κονδυλίων του ΔΝΤ αλλά και με πραγματικά πολύ πειθαρχημένη οικονομική πολιτική, η Τουρκία κατάφερε να απαλλαγεί από τους δανειστές της, να ανορθώσει την οικονομία της, να δημιουργήσει νέες θέσεις εργασίας, να αναδιαρθρώσει επιτυχώς τον κρατικό της τομέα, να επιβάλλει την κοινωνική ασφάλιση και κατά το μέτρο του δυνατού να περιορίσει τη φοροδιαφυγή. Η πάλαι ποτε εξαθλιωμένη μεσαία της τάξη κατάφερε ξανά να αναπτυχθεί και ο μέσος τούρκος φορολογούμενος είναι πλέον σε θέση να αποταμιεύσει και να επενδύσει για το μέλλον του. Παράλληλα, η σημερινή Τουρκία μπόρεσε και απέφυγε κατά το μέτρο του δυνατού τα δεινά της παγκόσμιας οικονομικής δυσπραγίας, δίνοντας την εντύπωση ότι τελικά η διάψευση των ευρωπαϊκών της φιλοδοξιών έχει αποβεί προς το οικονομικό της συμφέρον. Από την άλλη όμως, η ισλαμιστική ρητορική δεν έπαψε ποτέ να αποτελεί τον ιδεολογικό πυρήνα της κυβερνώσας πλειοψηφίας – γεγονός το οποίο ναι μεν προβλημάτιζε την "κεμαλική" μερίδα της κοινωνίας, πλην όμως η οικονομική ευρωστία καθησύχασε την μεσαία τάξη που επιτέλους ανέκτησε την χαμένη της οικονομική ασφάλεια και αξιοπρέπεια.