Σελίδες

20.2.13

Ιερουσαλήμ, η γαλαντόμα

Χθες ήταν μια από εκείνες τις μέρες που το μόνο που ήθελα να βλέπω ήταν το πάτωμα.
Σας έχει συμβεί κι εσάς; Είμαι σίγουρος.
Εμείς όμως, οι γενημένοι και μεγαλωμένοι σε πόλεις που είναι χωρισμένες στα δύο, σε "νέες" και σε "παλιές", έχουμε τον δικό μας ξεχωριστό τρόπο να αντιμετωπίζουμε τις αναποδιές..

Τι τις έχουμε τις πεπατημένες, λοιπόν;
Μα, για να τις πατάμε!


Εμένα και την Παλιά Πόλη της Ιερουσαλήμ μας χωρίζουν είκοσι λεπτά ποδαρόδρομος, με το ρολόι.  

Μια πόλη-ανοιχτό μουσείο, που ούτε καν τολμώ να αγγίξω το ιστορικό της παρελθόν, μιας και είναι σίγουρο ότι κάτι σημαντικό θα μου ξεφύγει -και δεν θα τό'θελα. 
Την Ιστορία της λοιπόν, λέω να την αφήσω στη γωνία.
Αρκούμαι στο παρόν της, και βέβαια στην αγχωλυτική της δύναμη, που ποτέ της δεν με πρόδωσε.

Όσες φορές κατέφυγα για να χαθώ στα πέτρινα στενά της, ποτέ δεν μού φάνηκε ίδια. 
Γιατί μπορεί να μένει απαράλλαχτη για αιώνες, αλλά η κάθε μέρα της είναι τόσο διαφορετική, κάθε φορά. Δεν ξέρω πώς τα καταφέρνει κι ενώ μεγαλώνει, τελικά δεν γερνάει ποτέ.


10.2.13

ελληνικός μέτριος στην Περιοχή C

Τα μεγάλο μακρύ τραπέζι του πρωινού είχε μόλις συγυριστεί και σαπουνιστεί. 
Τα φλυτζάνια, τα πιάτα και τα μαχαιροπίρουνα είχαν μαζευτεί με σειρά σε έναν πάγκο παραδίπλα, ενώ δυο κοπέλες τα μάζευαν ανά στοίβες προς την κουζίνα. 

Είχα ξυπνήσει αργά, μιας και δεν είχα συνηθίσει το δύσκολο ωράριο του μοναστηριού. Άλλωστε, είχα πάει για μία διανυκτέρευση όλη κι όλη - κι ο πρωτάρης πάντα έχει την κατανόηση των "παλιών".

"Τι να σου ετοιμάσω; Καφέ; Τσάι; Γάλα; Τι θες, πες μου πασά μου!"
Μια πολύ "σπιτική" παρουσία ελληνίδας μάνας, με βαριά βορειοελλαδίτικη προφορά.
Συμφωνήσαμε στον ελληνικό μέτριο "όπως τον κάνετε εσείς" , μιας και δεν ήξερα να δώσω περαιτέρω οδηγίες. Στο σπίτι μου έκανα φίλτρο, οπότε τι να εξηγώ..

"Θα είστε από τη Βόρειο Ελλάδα.." , άνοιξα την κουβέντα.
"Ναι! Από τη Μακεδονία! Πού το κατάλαβες; Φαίνεται;"
"Δεν φαίνεται! Ακούγεται!", γέλασα - γέλασε κι εκείνη κι έτσι κάπως έσπασε ο πάγος
"Και πώς βρεθήκατε εδώ; Μέσα στην έρημο, στην Ιεριχώ από δίπλα.. Πώς;"
Σιωπή. Σαν να ενοχλήθηκε. 
"Δεν ξέρω.." 
Συνέχισε να μαζεύει τα κουταλάκια και τα φλυτζάνια.
Δεν περίμενα αυτήν την απάντηση. 
Πήγε στην κουζίνα και σε λίγο ξαναγύρισε.
"Και το σπίτι σας; Η δουλειά σας; 
Θέλετε να γίνετε μοναχή;", τόλμησα να ρωτήσω.

"Το σπίτι μου το έκλεισα. 
Κλείδωσα την πόρτα κι έφυγα. 
Έκλεισα τα φώτα. 
Πλήρωσα τα κοινόχρηστα. 
Κι έφυγα." 
Φωνή άχρωμη.
Σαν να μου διηγόταν την ιστορία μιας άλλης γυναίκας, μιας φίλης, μιας γειτόνισσας, μιας άγνωστης, μιας άλλης, περίπου 65χρονης ασπρομάλλας κοντούλας -μέσης ελληνίδας μαμάς.

"Και θα μείνετε εδώ; Θα γυρίσετε; Τι θα κάνετε;" δεν κρατιόμουνα.
"Δεν ξέρω! Δεν ξέρω!" μου πέταξε επίμονα κι εξαφανίστηκε πάλι στην κουζίνα.

Έμεινα μόνος με το άδειο φλυτζανάκι του ελληνικού καφέ.
Είχα πολύ καιρό να δω κατακάθι. 
Το ελληνικότατο κατακάθι που γεμίζει τον πάτο του φλυτζανιού.




Ίσως γιατί οι ντόπιοι άραβες το λένε Ντήρ-Χίτζλα και δεν είχα καταλάβει ποτέ ότι πίσω από αυτήν την περίεργη λέξη κρύβεται κάτι το τόσο ελληνικό. 
Ίσως γιατί οι παραλίες της αγαπημένης Νεκράς Θάλασσας είναι πολύ κοντά και πάντα είχα το νου μου να πάω εκεί προσπερνώντας τον ασημένιο τρούλο του ναού που βρισκόταν κυριολεκτικά φυτεμένος ανάμεσα στην κατακίτρινη έρημο. 
Ίσως γιατί δεν είμαι τόσο θρήσκος όσο θα'πρεπε.


5.2.13

έτσι, χωρίς πρόγραμμα


Η θητεία μου στο μπλόγκινγκ άρχισε τον Φεβρουάριο του 2008.

Η πρώτη μου διαδικτυακή γωνιά βρισκόταν στη διεύθυνση alloukiallou.blogspot.com
Μια γωνιά που αγάπησα, επειδή ακριβώς μέσα απ'αυτήν πειραματίσθηκα αρχίζοντας να ανεβάζω αναρτήσεις "έτσι, χωρίς πρόγραμμα", όπως θα έλεγε η γνωστή στους περισσότερους από σας Μαρία Ρεζάν - μια προσωπικότητα που χαρακτήρισε το ελληνικό ραδιόφωνο στις αρχές της δεκαετίας του '80, στις αρχές τις εφηβείας μου.

Περιέργως πως, όταν άρχισα να ψάχνομαι κι εγώ τι σόι μπλογκ θα ήθελα να φτιάξω, συχνά πυκνά μού ερχόταν στο μυαλό η θρυλική καθημερινή πρωινή ραδιοφωνική εκπομπή εκείνης της τόσο έμπειρης δημοσιογράφου -η οποία τότε είχε πάρει το ρίσκο να στήσει σε ένα τόσο ..στημένο κρατικό ραδιοφωνικό περιβάλλον μια εκπομπή με την αφοπλιστική παραδοχή ότι βγαίνει στον αέρα "Χωρίς Πρόγραμμα".

"Τι έχω να χάσω; Θα γράφω κι εγώ -έτσι! χωρίς πρόγραμμα", σκεφτόμουνα γράφοντας τις πρώτες εκείνες άχαρες αναρτήσεις μου, χωρίς να ξέρω ακριβώς γιατί τις έγραφα, τι ήθελα να αποδείξω και σε ποιόν..

Από την άλλη, κάθε καλοδουλεμένο χόμπυ έχει ανάγκη από μια γερή δόση ψευδαίσθησης.
Διαφωνείτε ; 

Μαρία Ρεζάν -Α' Πρόγραμμα της ΕΡΑ, κάθε πρωί στις 8

Τελικά με τον καιρό κατάλαβα ότι το μπλόγκινγκ, όταν έχει "πρόγραμμα", όταν έχει συγκεκριμένη έτοιμη "ατζέντα" θεμάτων, αργά ή γρήγορα ..πεθαίνει και δεν έχει νόημα να συνεχίσει να υπάρχει. Η ατζέντα κάποια στιγμή τελειώνει, τα θέματα στερεύουν, ο μπλόγκερ αποφασίζει να δώσει στον εαυτό του μια ξεγυρισμένη άδεια διαρκείας -αφού άλλωστε κανείς δεν βρίσκεται να τον πληρώνει για να γράφει τα ίδια και τα ίδια- και μοιραία.. Τέλος.

Η απουσία "προγράμματος" αποδείχθηκε η καλύτερη επιλογή που θα μπορούσα να έχω ως μπλόγκερ, επειδή ακριβώς αυτή η απουσία με έκανε να μην βαρεθώ να γράφω αναρτήσεις επί πέντε συναπτά έτη. 
Έτσι, ενώ στην αρχή ασχολήθηκα με τα μπλογκ των άλλων, μετά ασχολήθηκα με την καθημερινότητά μου, ύστερα με τις πολιτικές εξελίξεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, μετά ήρθε το χόμπι της κάμερας και των διαφημιστικών τηλεοπτικών σποτ που προβάλλονταν από την τοπική Δωδεκανησιακή τηλεόραση -και ενίοτε από το Κανάλι της Βουλής, πραγματικά μεγάλη τιμή!- και ξαφνικά συνειδητοποίησα πόσα αναπάντεχα όμορφα πράγματα μπήκαν στη ζωή μου κυριολεκτικά "απ'το τίποτα", ανοίγοντας τους ορίζοντές μου και εκμηδενίζοντας τις γεωγραφικές αποστάσεις , κι ας βρισκόμουν σε μια μικρή επαρχιακή πόλη στο νοτιοανατολικό άκρο της χώρας.
Η συνεργασία μου με το ενημερωτικό Αθηναϊκό πόρταλ TheInsider.gr και αργότερα με την ειδησεογραφική ιστοσελίδα New-Deal.gr σε συνδυασμό με το πρωτοφανές για την εποχή trend της τηλεοπτικής και διαδικτυακής προβολής των πολιτιστικών δρώμενων της Ρόδου, της πόλης που γεννήθηκα και μεγάλωσα - όλα αυτά μαζί και το καθένα ξεχωριστά έφεραν τα πάνω-κάτω στη ζωή μου -για να μην αναφερθώ περισσότερο για νέες φιλίες ζωής που αναπτύχθηκαν και συνεχίζουν να με συντροφεύουν.