Σελίδες

30.7.13

Το Ισραήλ στις ειρηνευτικές συνομιλίες : Πού αρχίζει και πού τελειώνει η διαπραγματευτική ενδοτικότητα

*δημοσιεύθηκε στην ελληνική διαδικτυακή έκδοση του περιοδικού Foreign Affairs την 29.07.2013 
Η ισραηλινή πολιτική επικαιρότητα, λίγες μόλις ώρες πριν την επανέναρξη των προπαρασκευαστικών επαφών Ισραηλινών και Παλαιστινίων στην Ουάσιγκτον, ελάχιστα ασχολήθηκε με το καθαυτό περιεχόμενο των διαπραγματεύσεων με την Παλαιστινιακή Αρχή. Ο λόγος ήταν η αιφνιδιαστική ανοικτή επιστολή του Ισραηλινού Πρωθυπουργού Βενιαμίν Νετανιάχου προς τους πολίτες της χώρας το βράδυ του Σαββάτου (27/7), με την οποία ανακοίνωνε την απόφασή του να απελευθερωθούν 104 παλαιστίνιοι κρατούμενοι που είχαν αναμιχθεί άμεσα και έμμεσα σε επιθέσεις αυτοκτονίας κατά ισραηλινών πολιτών κατά τις τελευταίες δεκαετίες και πριν από την υπογραφή της συμφωνίας του Όσλο. Σύμφωνα με την επιστολή αυτή, το Ισραήλ κατά τα τελευταία εικοσιτετράωρα είχε δεχθεί εντονότατες διπλωματικές πιέσεις από τις ΗΠΑ προκειμένου να προβεί σε αυτήν την παραχώρηση, με αντάλλαγμα την τελική επιβεβαίωση της συμμετοχής των Παλαιστινίων στις διαπραγματεύσεις, που είχαν παγώσει την τελευταία τετραετία.
Ισραηλινοί διαδηλώνουν έξω από την Πρωθυπουργική κατοικία στην Ιερουσαλήμ ενάντια στην απελευθέρωση Παλαιστινίων κρατουμένων, κρατώντας πλακάτ με τη φράση : "Τρελαθήκαμε; Δεν απελευθερώνουμε φονιάδες"
φωτ. εφημερίδα Ha'Αretz, 28.07.2013

Η απελευθέρωση παλαιστινίων κρατουμένων που είχαν φυλακισθεί και καταδικασθεί σε ισόβια κάθειρξη για ένοπλες επιθέσεις κατά ισραηλινών – στρατιωτών και πολιτών- δεν αποτελεί καινούργια πρακτική. Κατά το παρελθόν το Ισραήλ απελευθέρωσε κρατουμένους είτε προκειμένου να τους ανταλλάξει με τον στρατιώτη Γκιλάντ Σαλίτ που κρατείτο όμηρος από τη Χαμάς είτε ακόμα και με τις σωρούς ισραηλινών στρατιωτών που είχαν σκοτωθεί σε ενέδρα της Χεζμπολάχ στο Βόρειο Ισραήλ. Και στις δύο αυτές πιο πρόσφατες περιπτώσεις, η λίστα των κρατουμένων που απελευθερώθηκαν συμπεριελάμβανε αποκλειστικά παλαιστινίους της Δυτικής Όχθης και της Γάζας και η σχετική απόφαση απελευθέρωσής τους λαμβάνονταν είτε κατόπιν διαπραγματεύσεων είτε ως επίλογος παρατεταμένων ενόπλων επιχειρήσεων.
Ωστόσο, η τωρινή απόφαση απελευθέρωσης των κρατουμένων περιέχει δύο βασικές καινοτομίες :
Η πρώτη καινοτομία συνίσταται στο ότι η απελευθέρωση των κρατουμένων πραγματοποιείται όχι μέσα στο πλαίσιο μιας διαπραγμάτευσης αλλά με σκοπό να αρχίσουν οι διαπραγματεύσεις και μάλιστα χωρίς να λαμβάνεται οποιοδήποτε «αντάλλαγμα», όπως γινόταν έως τώρα. Ο πρωθυπουργός Νετανιάχου φέρεται μάλιστα ότι δεν κατάφερε να λάβει ως «αντάλλαγμα» την απελευθέρωση του ισραηλινού κατασκόπου Τζόναθαν Πόλαρντ, ο οποίος κρατείται σε φυλακές των ΗΠΑ με την κατηγορία ότι δρούσε κατά των αμερικανικών εθνικών συμφερόντων και προς όφελος των ισραηλινών μυστικών υπηρεσιών. Αυτή η πληροφορία, σε συνδυασμό με την αρνητική στάση της κοινής γνώμης ως προς την απελευθέρωση των κρατουμένων, «χρεώνει» αρνητικά το πρόσωπο του Ισραηλινού πρωθυπουργού.
Η δεύτερη καινοτομία συνίσταται στο γεγονός ότι ενώ αρχικά στον κατάλογο των κρατουμένων που θα απελευθερώνονταν συμπεριλαμβάνονταν 82 παλαιστίνιοι ισοβίτες που προέρχονταν αποκλειστικά από τη Δυτική Όχθη και τη Γάζα, το Ισραήλ υπέκυψε στις αμερικανικές πιέσεις και τελικά συμφώνησε να συμπεριληφθούν στη λίστα και ισραηλινοί πολίτες αραβικής καταγωγής, οι οποίοι είχαν καταδικασθεί από τα ισραηλινά δικαστήρια και υπό το νομικό σύστημα που διέπει όλους τους πολίτες της χώρας, ανεβάζοντας τον τελικό αριθμό των υπό απελευθέρωση κρατουμένων στους 104. Έτσι, και όπως ορθά σχολίασαν οι πολιτικοί επικριτές του Νετανιάχου, αυτή του η απόφαση τινί τρόπω αναιρεί τις αποφάσεις των δικαστηρίων της χώρας, παρακάμπτει την νόμιμη διαδικασία παροχής αμνηστίας – που αποτελεί αποκλειστική αρμοδιότητα του Προέδρου- και ανοίγει πλήθος νομικά ζητήματα σχετικά με την έννομη σχέση που συνδέει τους αραβικής καταγωγής ισραηλινούς πολίτες -που διαβιούν στο εσωτερικό της χώρας και υπάγονται στο ισραηλινό δίκαιο- με την Παλαιστινιακή Αρχή, η οποία νομικά δεν έχει καμία δικαιοδοσία επί των συγκεκριμένων κρατουμένων (και ισραηλινών υπηκόων) που πρόκειται να απελευθερωθούν.
Η συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου της Κυριακής (28/7) υπήρξε θυελλώδης και παρά το ότι η απόφαση για την απελευθέρωση των 104 παλαιστινίων κρατουμένων εν τέλει εγκρίθηκε κατά πλειοψηφία, διαφάνηκαν ξεκάθαρα οι διαφορές που καθιστούν εξαιρετικά ευάλωτο τον παρόντα κυβερνητικό συνασπισμό, τουλάχιστον μακροπρόθεσμα. Ο Βενιαμίν Νετανιάχου κλήθηκε να αντιμετωπίσει έντονες επικρίσεις από το ίδιο του το κόμμα και από υπουργούς που διόρισε αφ' ενός, και αφ΄ετέρου ο βασικός κυβερνητικός του εταίρος Ναφτάλι Μπένετ (Πρόεδρος του δεξιού κόμματος Εβραϊκή Εστία) τέθηκε επικεφαλής συγκέντρωσης διαμαρτυρίας έξω από την πρωθυπουργική κατοικία, στην οποία συμμετείχαν συγγενείς των ισραηλινών θυμάτων, διαμαρτυρόμενος για την επικείμενη απελευθέρωση των παλαιστινίων κρατουμένων. Από την άλλη πλευρά, όμως, τόσο ο Ναφτάλι Μπένετ όσο και οι άλλοι κομματικοί μηχανισμοί που διαφωνούσαν με την απόφαση απελευθέρωσης των κρατουμένων, ούτε αποχώρησαν από την κυβέρνηση, ούτε προσέβαλαν νομικά την ιδιότυπη αυτή «αμνηστία» που δόθηκε σε ισραηλινούς πολίτες αραβικής καταγωγής, παρά τη νομική της πλημμέλεια και τα βασικά θεσμικά και συνταγματικά ζητήματα που αφήνει ανοιχτά.


29.7.13

Η επανέναρξη των ειρηνευτικών συνομιλιών Ισραήλ - Παλαιστινιακής Αρχής : Δεδομένα και Εκτιμήσεις

* δημοσιεύθηκε στην Έκτακτη Έκδοση του ΚΕΜΜΕΠ (23.07.2013)


Απόψε το βράδυ στην Ουάσιγκτον θα πραγματοποιηθούν οι προκαταρκτικές επαφές μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων προκειμένου να προετοιμαστεί το έδαφος για την επανέναρξη των συνομιλιών με σκοπό την επίτευξη τελικής και συνολικής πολιτικής διευθέτησης  που θα πραγματώνει τη λύση "δύο εθνών-δύο κρατών". Ύστερα από εντατικές διπλωματικές επαφές του Αμερικανού Υπουργού  Εξωτερικών Τζων Κέρυ, με  εφαλτήριο την επίσκεψη Μπαράκ Ομπάμα στην περιοχή τον Μάρτιο του 2013, η ηγεσία της Παλαιστινιακής Αρχής του Αμπού Μάζεν και η κυβέρνηση συνασπισμού της οποίας ηγείται ο Μπινιαμίν Νετανιάχου καλούνται να "σπάσουν τον πάγο" τεσσάρων ετών στασιμότητας.

Προτού όμως οι πολιτικές ηγεσίες του Ισραήλ και της Παλαιστινιακής Αρχής καταφέρουν να "σπάσουν τον πάγο" ανάμεσά τους, τόσο ο Ισραηλινός Πρωθυπουργός όσο και ο Πρόεδρος της Παλαιστινιακής Αρχής καλούνται να θέσουν υπό τον έλεγχό τους τις εκ διαμέτρου αντίθετες "κόκκινες γραμμές" που τίθενται στο εσωτερικό πολιτικό σκηνικό ένθεν και ένθεν.  Παράλληλα, και ύστερα από την κατάρρευση του καθεστώτος Μούρσι στην Αίγυπτο που θα μπορούσε να αποτελέσει τον κατάλληλο διαμεσολαβητή, η ηγεσία της Χαμάς ακόμα μια φορά τίθεται εκτός νυμφώνος.


Το Ισραήλ

Το κύριο σημείο απόκλισης ανάμεσα στα κόμματα που συναποτελούν τον παρόντα ισραηλινό κυβερνητικό συνασπισμό είναι η παύση ή μη της κυβερνητικής οικοδομικής δραστηριότητας στη Δυτική Όχθη, είτε υπό την μορφή της "φυσικής επέκτασης" των ήδη υφιστάμενων εβραϊκών οικισμών και προαστίων της ευρείας περιοχής Ιεροσολύμων, είτε υπό την μορφή δημιουργίας νέων οικισμών στα Κατεχόμενα.

Η Ισραηλινή κυβέρνηση συνασπισμού υπό τον Μπινιαμίν Νετανιάχου

Το δεξιό κόμμα "Χα'Μπάιτ Χα'Ιουντί" ("Εβραϊκή Εστία")  που ελέγχει Υπουργεία-κλειδιά που άπτονται άμεσα της συνέχισης ή μη της οικιστικής δραστηριότητας στη Δυτική Όχθη (Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας, Υπουργείο για θέματα Ιερουσαλήμ και Εβραϊκής Διασποράς, Υπουργείο Θρησκευμάτων, Υπουργείο Οικισμού και Ανοικοδόμησης) αντέδρασε άμεσα, δηλώνοντας τόσο δια του ηγέτη του Ναφτάλι Μπένετ, όσο και δια των Υπουργών του ότι σε καμία περίπτωση δεν θα συναινέσει στην διακοπή του εποικιστικού προγράμματος ενόσω  θα διαρκούν οι συνομιλίες. Οι δηλώσεις αυτές εντάθηκαν ακόμα περισσότερο απειλώντας την κυβερνητική συνοχή, όταν διέρρευσαν στον ισραηλινό Τύπο πληροφορίες σύμφωνα με τις οποίες ο Ισραηλινός Πρωθυπουργός φέρεται να δεσμεύθηκε σε Αμερικανούς αξιωματούχους ότι το Ισραήλ θα εφαρμόσει την τακτική του "σιωπηρού παγώματος" της εποικιστικής διαδικασίας και ότι η περιοχή Ε-1 στα περίχωρα της Ιερουσαλήμ δεν θα ανοικοδομηθεί. Η στάση αυτή του κόμματος  της "Εβραϊκής Εστίας" πρέπει να θεωρηθεί αναμενόμενη, δεδομένων των προεκλογικών του διακηρύξεων, σύμφωνα με τις οποίες οι Περιοχές Α και Β της Δυτικής Όχθης θα πρέπει να αναγνωρισθούν από το Ισραήλ μονομερώς ως "Παλαιστινιακό Κράτος" και παράλληλα η Περιοχή C της Δυτικής Όχθης να προσαρτηθεί στο Ισραήλ, διατηρώντας στρατιωτική παρουσία στην μεθόριο με την Ιορδανία – άποψη με την οποία η πλειονότητα των εβραίων εποίκων συμφωνεί.    

Στον αντίποδα τάσσεται η Υπουργός Δικαιοσύνης Τσίπι Λίβνι, Πρόεδρος του κεντροαριστερού κόμματος "Χα'Τνουά"  και επιτετραμμένη για την πρόοδο των συνομιλιών με τους Παλαιστινίους, θεωρώντας ότι η ισραηλινή πλευρά θα πρέπει να δείξει σημεία καλής θέλησης προκειμένου να επιστρέψει η Παλαιστινιακή ηγεσία στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, αλλά και για να μην απομονώνεται διπλωματικά το εβραϊκό κράτος, τη στιγμή που οι εξελίξεις στη Συρία και στην Αίγυπτο είναι ρευστές, η ιρανική πυρηνική απειλή είναι υπαρκτή και το στρατιωτικό οπλοστάσιο της Χαμάς και της  Χεζμπολλάχ δεν έχουν τεθεί υπό έλεγχο – θέματα για τα οποία η Διεθνής Κοινότητα θα πρέπει να επιληφθεί από κοινού με το Ισραήλ- . 

Σιωπηρή στάση υποστήριξης ως προς το πάγωμα των εποικισμών τηρεί ο Υπουργός Οικονομικών Γιαΐρ Λαπίντ, επικεφαλής του επίσης κεντροαριστερού κόμματος "Γιές Ατίντ" (" Υπάρχει Μέλλον") , ο πολιτικός λόγος του οποίου επικεντρώνεται αφ' ενός στην περικοπή των σπαταλών προς όφελος της γενικότερης δημοσιονομικής αναδιάρθωσης του δημοσίου τομέα και αφ' ετέρου στην κατάργηση των πάσης φύσεως  προνομίων (φοροαπαλλαγές, κοινωνικά επιδόματα πρόνοιας, απαλλαγή από την υποχρεωτική στράτευση) υπέρ της υπερορθόδοξης θρησκευτικής μερίδας του πληθυσμού, η οποία τάσσεται κατά κάθε εδαφικής παραχώρησης της βιβλικής γης.

Παρά το ότι η κομματική πειθαρχία φαίνεται να συγκρατεί τους Υπουργούς που συνδέονται άμεσα με τον Πρωθυπουργό, ο Μπινιαμίν Νετανιάχου δεν θα πρέπει να εφησυχάζει, καθότι δεν θα πρέπει να ξεχνά ότι μεγάλη μερίδα των Υπουργών του βρίσκονται υπό τη σφαίρα επιρροής του τέως Υπουργού Εξωτερικών Αβιγκντόρ Λίμπερμαν και του κόμματός του "Ισραέλ Μπεϊτένου" , που στηρίζει την ενδοκομματική σκληρή διαπραγματευτική γραμμή. Η γραμμή αυτή σε γενικές γραμμές υποστηρίζει ότι η οικοδομική δραστηριότητα στην Δυτική Όχθη δεν θα πρέπει να διακοπεί, η συνοριακή γραμμή προ του Πολέμου του 1967 δεν θα πρέπει να αποτελεί το ζητούμενο και δεν θα πρέπει να επιτραπεί η αποφυλάκιση παλαιστινίων κρατουμένων που κρίθηκαν ένοχοι για βομβιστικές επιθέσεις κατά ισραηλινών πολιτών και στρατιωτών.

Παρ' όλ' αυτά, η διαλλακτικότητα που επιδεικνύει ο Ισραηλινός Πρωθυπουργός και οι πράξης καλής θέλησης που φέρεται ότι πρόκειται άμεσα να εφαρμόσει (σιωπηρό πάγωμα των οικισμών και απελευθέρωση δεκάδων παλαιστινίων κρατουμένων) βρίσκει ένα απρόσμενο "δίχτυ ασφαλείας" από την αριστερή αξιωματική αντιπολίτευση. Η Πρόεδρος του Κόμματος των Εργατικών Σέλι Γιεχιμόβιτς - η οποία τόσο προεκλογικά όσο και μετεκλογικά επικεντρώνεται στο να επικρίνει έντονα τις κυβερνητικές επιλογές ως προς την κατανομή των δημοσιονομικών βαρών, προβάλλοντας ως κύριο πολιτικό αίτημα την προστασία της βαλλόμενης μεσαίας τάξης της χώρας – στηρίζει τις πράξεις καλής θέλησης του Πρωθυπουργού, δηλώνοντας ότι ακόμα και εάν η επανέναρξη των ειρηνευτικών συνομιλιών δημιουργήσουν ενδοκυβερνητική κρίση, προκειμένου να "μην χαθεί ακόμα μια ευκαιρία για την ειρήνη"  ο Μπινιαμίν Νετανιάχου θα υποστηριχθεί από την αντιπολίτευση. Αυτή η εντυπωσιακή πολιτική εξέλιξη  δεν εξέπληξε τους ισραηλινούς πολιτικούς αναλυτές, δεδομένου ότι προεκλογικά η Γιεχιμόβιτς είχε δεσμευθεί επανειλημμένα πως σε ό,τι αφορά την εξεύρεση πολιτικής λύσης για το εθνικό θέμα, οι Εργατικοί θα προσφέρουν εποικοδομητικές εναλλακτικές στηρίζοντας όποια κυβέρνηση σχηματισθεί, "είτε με εμάς, είτε χωρίς εμάς".

Τέλος, ο Πρόεδρος της χώρας Σιμόν Πέρες, σε πρόσφατες δηλώσεις του χαιρέτησε τόσο τη στάση του Πρωθυπουργού όσο και τη στήριξη της αρχηγού της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης Σέλι Γιεχιμόβιτς, προσδίδοντας ένα ακόμα θετικό πρόσημο στους χειρισμούς του Μπινιαμίν Νετανιάχου, που βρίσκονται σε πλήρη εναρμόνιση με τις Αμερικανικές προσδοκίες επανέναρξης του ειρηνευτικού διαλόγου.


6.7.13

Αίγυπτος-Χαμάς-Ισραήλ : το σιωπηρό τρίγωνο

Η εσωτερική πολιτική αστάθεια στην Αίγυπτο και η πρόσφατη εκ νέου ανάληψη της εξουσίας από το στρατό, προβληματίζουν τις γειτονικές χώρες όσον αφορά την περιφερειακή εξωτερική πολιτική που θα ακολουθήσει το Κάιρο από τώρα και στο εξής.

Η Ιστορία δείχνει να επαναλαμβάνεται, και μάλιστα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. Ακριβώς ταυτόσημα ερωτήματα είχαν ανακύψει όταν είχε καταρρεύσει επεισοδιακά το καθεστώς Μουμπάρακ και οι στρατηγοί ανέλαβαν την εξουσία το 2011 και αργότερα, όταν το καλοκαίρι του 2012 εξελέγη ο Μοχάμαντ Μόρσι στις πρώτες πολυκομματικές ελεύθερες κοινοβουλευτικές εκλογές στη χώρα.

Η περιφερειακή πολιτική που ακολούθησε η διακυβέρνηση Μόρσι, παρά τις αμφιταλαντεύσεις που διέρρεαν στον Τύπο με σκοπό να ικανοποιηθεί μετεκλογικά  η αιγυπτιακή κοινή γνώμη, αποδείχθηκε πραγματιστική. Άλλωστε, η Αίγυπτος δεν είχε τότε, ούτε έχει τώρα την πολυτέλεια να χάσει τον προνομιακό ρόλο που της ανέθεσαν οι ΗΠΑ στην περιοχή. Η αιγυπτιακή εξωτερική πολιτική, και παρά τις πρόσφατες αλλεπάλληλες πολιτικές μεταβολές, από το 1978 όταν υπεγράφη η συνθήκη του Καμπ Ντέηβιντ έως και σήμερα ακολουθεί την ασφαλή πεπατημένη.

ο νυν και ο πρώην :
ο Στρατηγός Αμπντέλ Φατάχ Αλ-Σίσι και ο πρώην Πρόεδρος της Αιγύπτου Μοχάμαντ Μόρσι

Η Αίγυπτος των Αδελφών Μουσουλμάνων, παρά τις εύηχες θρησκευτικές της ρητορείες, εν τέλει χρειάστηκε να δηλώσει ότι θα συνεχίσει να σέβεται τη συνθήκη ειρήνης με το Ισραήλ και ο Μοχάμαντ Μόρσι αξιοποίησε στο έπακρο το ρόλο του διαμεσολαβητή κατά την επίτευξη συμφωνίας εκεχειρίας μεταξύ Ισραήλ και Χαμάς στα τέλη Νοεμβρίου 2012, εξασφαλίζοντας έτσι και δημόσια τόσο την εμπιστοσύνη των ΗΠΑ, όσο και την παράταση της παραμονής του στην εξουσία. Παράλληλα, και λόγω του ιδεολογικοθρησκευτικού προσανατολισμού του κινήματος των Αδελφών Μουσουλμάνων της Αιγύπτου, επ' ευκαιρία εκείνης της διαμεσολάβησης  ανέκοψε τον απομονωτισμό της Χαμάς – εξυπηρετώντας όχι μόνο τη Χαμάς αλλά και τις ΗΠΑ και το Ισραήλ.
Ο αιγυπτιακός στρατός, τόσο επί Ταντάουι όσο και επί Μόρσι, συνέχισε τις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις εναντίον των ακραίων ισλαμιστικών σαλαφικών ένοπλων ομάδων στη Χερσόνησο του Σινά, ενισχύοντας πολιτικά την Χαμάς στο εσωτερικό της Λωρίδας της Γάζας και αποτρέποντας τον κίνδυνο ανάφλεξης στη μεθόριο Σινά- Ισραήλ.
Η περιφερειακή πολιτική της διακυβέρνησης Μόρσι είχε ως αποτέλεσμα την απομάκρυνση της  Χαμάς από τον άξονα Ιράν-Χεζμπολλάχ. Από την πλευρά της, η Χαμάς δεν άφησε τον εαυτό της να "εκτεθεί"  ιδεολογικά προς την κοινή γνώμη, προτάσσοντας την ιδεολογική της εγγύτητα με τους Αδελφούς Μοσυουλμάνους της Αιγύπτου αφ' ενός, αφ' ετέρου συμμετέχοντας στη διαμεσολαβητική προσπάθεια του Καΐρου, άφησε να ανοίξουν πόρτες παρασκηνιακής συνεννόησης με το Ισραήλ – προϋπόθεση απαραίτητη για μία ευρεία και καθολική ισραηλινοπαλαιστινιακή συνεννόηση υπό τη σκέπη των ΗΠΑ και των περιφερειακών της εταίρων.  


Έπρεπε να θεωρείται αναμενόμενο ότι μετά την ανάληψη της εξουσίας από τον αιγυπτιακό στρατό, οι ισλαμιστές οπαδοί του αποκαθηλωθέντος Μόρσι θα προβούν σε διαμαρτυρίες, ενισχύοντας τις εκτιμήσεις ότι η Αίγυπτος θα βρεθεί στα πρόθυρα εμφύλιου σπαραγμού.
Εντούτοις, και παρά το ότι ακόμα και μια τέτοια πιθανότητα δεν θα έπρεπε να αποκλεισθεί, όλα δείχνουν ότι "το νερό έχει μπει στ' αυλάκι" και η αιγυπτιακή κοινή γνώμη θα επικεντρωθεί στο εάν και κατά πόσον ο στρατός "επέβαλε" ή "επιβλήθηκε από τις συγκυρίες".

Η αλήθεια βρίσκεται κάπου στη μέση, αλλά ήδη από τα πρώτα εικοσιτετράωρα της εκ νέου ανάληψης της εξουσίας από τον στρατό γίνεται φανερό ότι οι προτεραιότητες του τωρινού στρατιωτικού καθεστώτος είναι να επαναδιαβεβαιώσει τη Δύση και τους περιφερειακούς παίκτες ότι η Αίγυπτος θα συνεχίσει να ακολουθεί την πεπατημένη.


4.7.13

η Αιγυπτιακή "Πλατειοκρατία"

Οι πολιτειακές μεταβολές στον αραβικό κόσμο άρχισαν από τις πλατείες. Επεκτάθηκαν στους δρόμους μέσω των κοινωνικών δικτύων του ίντερνετ. Ονοματίσθηκαν από τη Δύση και τους ενθουσιώδεις πολιτικούς αναλυτές της προηγούμενης δεκαετίας ως "Αραβική Άνοιξη" και ανάλογα με το πολιτικό περιβάλλον που σημειώθηκαν, όρισαν την απαρχή καινούργιων κεφαλαίων σε κάθε μια από τις αραβικές χώρες που έζησαν πολιτικές και κοινωνικές ανατροπές τα τελευταία χρόνια:  Εκλογές, διαμαρτυρίες εν μέσω εκλογών ή εμφύλιοι σπαραγμοί.

Η Τυνησία αποδείχθηκε ένας ιδιότυπος "δοκιμαστικός σωλήνας" των αλλαγών που επρόκειτο να επακολουθήσουν.  Το "τυνησιακό μοντέλο", που είχε σκοπό να συγκεράσει τον πολυκομματικό κοινοβουλευτισμό και τις δημοκρατικές εκλογικές διαδικασίες με το μετριοπαθές Ισλάμ, την οικονομία της αγοράς, την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων με έμφαση στο σεβασμό προς τις γυναίκες, εν τέλει δεν φαίνεται να διέψευσε τις προσδοκίες των πολιτών της, αλλά ούτε και τις προσδοκίες των Δυτικών της εταίρων. Η Τυνησία, με μια κοινωνία πληθυσμιακά μικρή, αστική στη βάση της, στραμμένη επί χρόνια προς τη Δύση, φύσει και θέσει φιλελεύθερη σε ό,τι αφορά τα κοινωνικά της πρότυπα, αποδείχθηκε ώριμη εξασφαλίζοντας την κοινωνική ειρήνη και το σεβασμό σε βασικές δημοκρατικές διαδικασίες, που πηγάζουν από καθολικά αποδεκτές συνταγματικές αρχές – και τουλάχιστον προς το παρόν, ανακάμπτει.

Η εξαγωγή  όμως του "τυνησιακού μοντέλου" στις υπόλοιπες αραβικές χώρες  αποδείχθηκε έως τώρα αποτυχημένη, επιφέροντας αποτελέσματα οδυνηρά για τον μέσο πολίτη που υφίσταται τις συνέπειες της πολιτειακής αστάθειας και της κοινωνικής αναταραχής.  

Έτσι, λίγες εβδομάδες μετά τις διαμαρτυρίες στις πλατείες της Τύνιδας, γέμισαν οι πλατείες του Μπαχρέην, αναδεικνύοντας με τρόπο βίαιο τις χρόνιες εθνοτικές και θρησκευτικές διαφορές που υπέβοσκαν στο εσωτερικό του. Η Υεμένη θυμήθηκε ξανά την πάλαι ποτε εμφύλια διαμάχη της, που είχε ως αποτέλεσμα να παραμείνει διασπασμένη καθ' όλη τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Στη Λιβύη εκλύθηκαν πολιτικές δυνάμεις που ασφυκτιούσαν επί δεκαετίες υπό το καθεστώς Καντάφι, προκαλώντας περαιτέρω αιματοχυσία, κοινωνικό χάος και πολιτική αναρχία. Οι ανακατατάξεις στον αραβικό κόσμο έδωσαν τη χαριστική βολή στο εδώ και χρόνια σπαρασσόμενο Σουδάν με αποτέλεσμα να χωριστεί στα δύο.  Η Συρία παραδόθηκε στον εμφύλιο σπαραγμό, χωρίς να είναι ακόμα σαφές πού θα οδηγήσει και ποιές θα είναι οι συνέπειές του στην ευρύτερη Μέση Ανατολή, βυθίζοντας σε αμηχανία τη Δύση, τη Ρωσία και τις γειτονικές χώρες.

 
"Μόρσι, δρόμο!"

Η εφαρμογή του "τυνησιακού μοντέλου" στην Αίγυπτο αποδείχθηκε εγχείρημα εξόχως ριψοκίνδυνο. Η Αίγυπτος, ανεξάρτητα από το ρόλο του θεματοφύλακα των δυτικών συμφερόντων - ρόλο που απέκτησε κυρίως κατά την περίοδο διακυβέρνησής της από τον Χόσνι Μουμπάρακ -, ασκεί σημαντικότατη επιρροή στον υπόλοιπο αραβικό κόσμο λόγω της νεώτερης Ιστορίας της και της πολιτιστικής διείσδυσής της στην αραβική κοινωνία γενικότερα. Σε περιφερειακό πολιτικό επίπεδο ο,τιδήποτε συμβαίνει στο Κάιρο, ενδιαφέρει άμεσα τους υπόλοιπους άραβες ηγέτες, οι οποίοι είτε δεν έχουν επηρεαστεί ακόμα από τις εκκολαπτόμενες σαρωτικές πολιτειακές αλλαγές, είτε έχουν μόλις αναλάβει την εξουσία πασχίζοντας να τη διατηρήσουν.